Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λευκό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Λευκό. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Arbutus unedo L. (Κουμαριά)



Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Τάξη: Ericales
Οικογένεια: Ericaceae
Γένος: Arbutus
Είδος: A. unedo

 
Συνώνυμα: Arbutus cassinifolia Steud, Arbutus crispa Hoffmans, Arbutus cromii auct.



Άλλα ονόματα: Arbousier, Westlicher Erdbeerbaum, Chruścina jagodna, Земляничное дерево крупноплодное, λαγομηλιά, μάρε, κουμαριά, Killarney, strawberry tree.

Η κουμαριά (Arbutus unedo L.) είναι αειθαλής όμορφος θάμνος ή μικρό δέντρο. Το ύψος της κουμαριάς σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να ξεπεράσει τα 5 μέτρα. Συναντάται στη λεκάνη της Μεσογείου, στη δυτική και κεντρική Ευρώπη.
Έχει σκληρά, οδοντωτά, δερματώδη φύλλα σκούρου πράσινου χρώματος με ελλειψοειδές σχήμα, και διατάσσονται πάνω στον βλαστό σε σπειροειδή διάταξη.
Τα άνθη του είναι ερμαφρόδιτα, έχουν καμπανοειδές σχήμα και λευκό ή ρόδινο χρώμα, τυπικά της οικογένειας των ερικοειδών (Ericaceae).
Έχει σαρκώδη καρπό (δρύπη). Σε πρώιμο στάδιο έχει κίτρινο χρώμα ενώ στην ωριμότητα βαθύ κόκκινο.
Οι κουμαριές έχουν το χαρακτηριστικό ότι πάνω στο ίδιο δέντρο μπορούμε να δούμε άνθη και καρπό ταυτόχρονα.

  Οι καρποί της κουμαριάς χρησιμοποιούνται για την παραγωγή μαρμελάδων και λικέρ. Στην Πορτογαλία, από τους καρπούς της Κουμαριάς παράγεται το μπράντι Medronho.
Στην Ελλάδα σε πολλά χωριά που δεν είχαν σταφύλια, για να εξασφαλίσουν το τσίπουρο της χρονιάς, αποστάζαν κούμαρα. Το τσίπουρο από κούμαρα, παρόλο που δεν θεωρείται καλής ποιότητας, έχει ακόμα φανατικούς οπαδούς.

Η κουμαριά χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς.
Χρήσιμα μέρη του φυτού είναι τα φύλλα, ο φλοιός, η ρίζα και ο καρπός του.
Χρησιμοποιείται στη θεραπεία των παθήσεων του ουροποιητικού συστήματος, της δυσεντερίας και της διάρροιας, και είναι στυπτικά και διουρητικά.
Τα φύλλα της περιέχουν την ουσία κουμαρίνη. Είναι μια χημική ουσία που την συναντάμε και στο φυτό Cinnamomum cassia (κανέλα της Κίνας). Η ουσία αυτή χρησιμοποιείται σε αρώματα και ενυδατικές κρέμες μαλλιών (contitioners). Σε μεγάλες ποσότητες προκαλεί βλάβες στο συκώτι και τα νεφρά.
Μια άλλη ουσία που περιέχεται στους καρπούς της κουμαριάς είναι και η αρβουτίνη (arbutin). Είναι μια φυτοχημική ουσία, (γλυκοσίδιο), που χρησιμοποιείται σε προϊόντα λεύκανσης του δέρματος.

Είναι περιζήτητο καλλωπιστικό δέντρο και πολύ χρήσιμο για τη μελισσοκομία.
Από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο, ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες, οι μέλισσες ετοιμάζονται να αντιμετωπίσουν, όσον το δυνατό καλύτερα, τους δύσκολους μήνες του χειμώνα. Για να γίνει αυτό πρέπει να έχουν τις κατάλληλες προμήθειες και τον ανάλογο πληθυσμό έγκαιρα, έτσι ώστε να ξεκινήσουν δυναμικά την άνοιξη. Όλα αυτά μπορούν να τα πετύχουν μόνο εάν υπάρχει καλή ανθοφορία το φθινόπωρο.
Τα άνθη της κουμαριάς βοηθάνε πολύ στην επέκταση του γόνου, (εάν οι κλιματολογικές συνθήκες το επιτρέψουν), και δυναμώνει τα μελίσσια που θα εκμεταλλευτούν την ανθοφορία της.
Πολλοί μελισσοκόμοι επιλέγουν να τρυγήσουν αυτό το μέλι.
Το μέλι κουμαριάς έχει σκούρο χρώμα, υπόπικρη γεύση και κρυσταλλώνει γρήγορα.

Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Kickxia commutata (Bernh. ex Rchb.) Fritsch

Heinrich Gottlieb Ludwig Reichenbach: (1793 – 1879) Γερμανός βοτανολόγος και ορνιθολόγος.

Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Οικογένεια: Scrophulariaceae
Γένος: Kickxia
Είδος: K. commutata
 (Bernh. ex Rchb.) Fritsch

Johann Jakob Bernhardi : (1774 – 1850) Γερμανός γιατρός και βοτανολόγος.
Karl Fritsch: (1864 – 1934) Αυστριακός βοτανολόγος.


Kickxia : Το όνομα δόθηκε προς τιμήν του Φλαμανδού βοτανολόγου Jean Kickx (1775 – 1831).


  Το είδος Kickxia commutata σύμφωνα με το σύστημα APG ανήκει στην οικογένεια Plantaginaceae, ενώ στο σύστημα Cronquist ανήκει στην οικογένεια Scrophulariaceae.

To γένος Kickxia αντιπροσωπεύεται στην Ευρώπη από πέντε είδη τα: Kickxia Spuriα, K. Commutata, K. commutata ssp graeca, K. elatine, Kickxia cirrhosa.

Τρίτη 8 Ιουλίου 2014

Salvia sclarea L.(Αϊ Γιάννης)


Salvia sclarea L.(Αϊ Γιάννης)

































Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Τάξη: Lamiales
Οικογένεια: Lamiaceae
Γένος: Salvia
Είδος: S. sclarea L.


'Αλλα ονόματα: Αϊ Γιάννης, Αγιαννίτης, Γοργογιάννης.


Η Salvia sclarea είναι είδος τους γένους των φασκόμηλων ( Salvia).
Είναι ιθαγενές της νότιας Ευρώπης και καλλιεργείται πλέον σε πολλές χώρες,
ειδικά στη Μεσόγειο και την κεντρική Ευρώπη.
Είναι πολυετές φυτό, ύψους έως ένα μέτρο, τα άνθη του φέρουν βράκτια φύλλα χρώματος άσπρου με αποχρώσεις του ροζ. Τα άνθη του έχουν ανοιχτό μωβ χρώμα με αποχρώσεις του άσπρου στο χείλος τους.
Έχει βλαστό τετραγωνικής διατομής, και τα φύλλα του βρίσκονται στη βάση του βλαστού. Έχει τριχωτά μεγάλα φύλλα με τεθλασμένη επιφάνεια και έντονες νευρώσεις.

 
Η Salvia sclarea είναι γνωστό θεραπευτικό φυτό από πολύ παλιά, αναφορές σε αυτό βρίσκουμε στον Διοσκουρίδη και στον Πλίνιο.
Έχει αντισπασμωδικές, τονωτικές, αντικαταθλιπτικές, αφροδισιακές και αντιοξειδωτικές ιδιότητες, και χρησιμοποιείται για τη θεραπεία διαταραχών του στομάχου και των νεφρών.
Είναι κατευναστικό βότανο, που βοηθά στην ανακούφιση από τους πόνους της περιόδου και προβλημάτων της εμμήνου ρύσεως.
Το αιθέριο έλαιό του χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία, στην αρωματοθεραπεία και στην βιομηχανία τροφίμων.
Είναι μελισσοκομικό φυτό.

Πέμπτη 3 Ιουλίου 2014

Melissa officinalis L.

Περιγράφηκε πρώτη φορά από τον Carl Linnaeus (1707 – 1778) γνωστός και ως Carl von Linné, Σουηδός βοτανολόγος, ιατρός, ζωολόγος, ιδρυτής της διωνυμικής ονοματολογίας και θεμελιωτής της βοτανικής επιστήμης.
Melissa officinalis L.


Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Τάξη: Lamiales
Οικογένεια: Lamiaceae
Γένος: Melissa
Είδος: M. officinalis

 
Άλλα ονόματα:μελισσόχορτο, μελισσοβότανο, μέλισσα, αγριομέλισσο, κιτροβάλσαμο, Lemon Balm, Sweet Balm, Bee Balm, Baume, Melisse, Melissa, Herbe citron,Cedronella, citraria.





 

Melissa: Από την μέλισσα
officinalis: Φαρμακευτική


 
Η Melissa officinalis ή, όπως είναι πιο γνωστό, το μελισσόχορτο, είναι ένα από τα πιο γνωστά βότανα στην Ελλάδα. Είναι ιθαγενές φυτό της Μεσογείου και βρίσκεται διάσπαρτο σε όλη την Ελλάδα. Ανθίζει το καλοκαίρι από τα τέλη Ιουνίου.
Ανήκει στην οικογένεια Lamiaceae, (χειλανθών), οικογένεια που περιλαμβάνει πολλά σημαντικά βότανα (μέντα, ρίγανη, φασκόμηλο, λεβάντα, και πολλά άλλα ).
Είναι φυτό πολυετές, ποώδες, με ύψος έως και ένα μέτρο. Ο βλαστός του είναι τετραγωνικής διατομής, τα φύλλα του είναι ωοειδή οδοντωτά και στην βάση καρδιόσχημα και επαλλάσσονται σταυροειδώς. Τα φύλλα του κατά την περίοδο της άνθισης μικραίνουν. Τα άνθη του είναι λευκά με τέσσερις λευκούς στήμονες, χαρακτηριστικά της οικογένειας Lamiaceae.

Melissa officinalis L.
 
Το μελισσόχορτο περιέχει μεταξύ άλλων τα εξής συστατικά:
Κιτράλη, κιτρονελάλη, οξικό οξύ, εστέρα ευγενόλης, γερανιόλη, πολυφαινόλες, τανίνες, φυτικές χρωστικές, ροζμαρινικό οξύ, τριτερπενοειδή, καριοφυλήνη, μονοτερπενοείδη γλυκοσίδια, λιναλοόλη, θυμόλη

Είναι γνωστό ως φυτό που χαρίζει μακροζωία, φήμη που ίσως να οφείλεται στο ότι πολλά από τα συστατικά του έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες.
Είναι πλούσιο σε αιθέρια έλαια (κιτράλη,κιτρονελάλη, γερανιόλη, λιναλόλη).
Η κιτρονελάλη είναι ουσία που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και στη σαπωνοποιία. Σύμφωνα με έρευνες έχει αντιμυκητιακές, ηρεμιστικές,
αντικαταθλιπτικές και εντομοαπωθητικές ιδιότητες.
Το μελισσόχορτο έχει έντονη μυρωδιά λεμονιού που οφείλεται στην κιτράλη,
(κιτράλη α, κιτράλη β), ουσίες που χρησιμοποιούνται σαν συστατικά στην αρωματοποιία και έχουν αντιμικροβιακές ιδιότητες.
Η γερανιόλη έχει επίσης εντομοαπωθητικές ιδιότητες το οποίο όμως δεν ισχύει στην περίπτωση των μελισσών. Οι μέλισσες εκκρίνουν γερανιόλη για να σημαδεύουν την είσοδο της φωλιάς τους αλλά και τα φυτά από τα οποία παίρνουν το νέκταρ και τη γύρη.
Το έλαιό του χρησιμοποιείται στην αρωματοθεραπεία για τη θεραπεία αλλεργιών και εκζεμάτων.
Το μελισσόχορτο έχει επουλωτικές ιδιότητες και χρησιμοποιείται σε σκευάσματα για τα τσιμπήματα των εντόμων (συνδυάζεται πολύ καλά με το φασκόμηλο και το θυμάρι) . Ο Διοσκουρίδης το συνιστούσε για τσιμπήματα σκορπιών, εντόμων, και σε περιπτώσεις ανθρώπων που τους έχει δαγκώσει σκύλος.
Βοηθάει στην αντιμετώπιση της υπέρτασης, σε περιπτώσεις πνευματικής κατάπτωσης και μελαγχολίας, και είναι διεγερτικό και τονωτικό για όλο το σώμα. Είναι αντιφυσητικό και χωνευτικό, ιδιαίτερα χρήσιμο σε περιπτώσεις δυσπεψίας και τυμπανισμού της κοιλιάς.

 
Melissa officinalis L.
 
Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, το μελισσόχορτο έχει χρησιμοποιηθεί στην αρωματοποιία και αρωματοθεραπεία.
Τον 14ο αιώνα οι μοναχές του Τάγματος των Αδελφών της Παναγίας του όρους Καρμέλ, στο αβαείο του St. just, (wikipedia), παρασκεύασαν ένα φυτικό τονωτικό, καταπραϋντικό νευρικών διαταραχών και αποσμητικό, που έγινε γνωστό με το όνομα carmelite water. Βασικό συστατικό του προϊόντος είναι το μελισσόχορτο (Melissa officinalis). Πολύ χρήσιμο προϊόν, αν σκεφθεί κανείς ότι οι άνθρωποι πλένονταν πολύ σπάνια εκείνη την εποχή. Το προϊόν πωλείται και σήμερα (συνταγές μπορεί να βρει κανείς στο διαδίκτυο).
Στη βιομηχανία τροφίμων χρησιμοποιείται για αρωματισμό πολλών τροφών και ποτών.
Το μελισσόχορτο καλλιεργείται για διάφορες χρήσεις σε πολλές περιοχές του κόσμου.
Στη μελισσοκομία είναι πολύ σημαντικό φυτό, διότι περιέχει πολύ νέκταρ και οι μέλισσες το προτιμούν. Όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω περιέχει γερανιόλη, ουσία που εκκρίνουν οι μέλισσες, για αυτό άλλωστε από παλιά το χρησιμοποιούσαν για να προσελκύουν αφεσμούς (βλέπε και Σμηνουργία).

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Melittis melissophyllum L.




Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Τάξη: Lamiales
Οικογένεια: Lamiaceae
Γένος: Melittis
Είδος: M. melissophyllum L

Άλλα ονόματα: Bastard balm


O Melittis melissophyllum είναι ένα ποώδες πολυετές φυτό της οικογένειας Lamiaceae. Το όνομά του προέρχεται από το ελληνικό μέλισσα.
Στην οικογένεια Lamiaceae ανήκουν πολύ γνωστά φυτά, όπως το δενδρολίβανο, η λεβάντα, η μέντα, η ρίγανη, το φασκόμηλο και άλλα. 
 
 Melittis melissophyllum L.






















Είναι ένα αρωματικό φυτό ύψους έως 50 εκατοστών. Τα φύλλα του είναι αντίθετα και κάθε ζεύγος φύλλων σχηματίζει σταυρό με το προηγούμενο.
Τα άνθη του είναι ερμαφρόδιτα και φύονται στις κορυφές του βλαστού, στα γόνατα, κατά σπονδύλους. Τα άνθη του έχουν λευκό χρώμα, και πολλές φορές συναντάμε μια ροζ κηλίδα στο κάτω χείλος.


 Ανθίζει στις αρχές Μαΐου έως τον Αύγουστο, σε σκιερά δάση φυλλοβόλων δέντρων, συνήθως σε ασβεστούχα εδάφη και σε υψόμετρα έως 1400 μέτρα.
Είναι έντονα αρωματικό φυτό, το άρωμά του δίνει μια αίσθηση λεμονιού, και έχει χρησιμοποιηθεί στην λαϊκή ιατρική έχοντας στυπτικές, καθαριστικές και επουλωτικές ιδιότητες.


Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

Cymbalaria microcalyx (Boiss.) Wettst. subsp. minor (Cuf.) Greuter



 Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Οικογένεια: Scrophulariaceae
Γένος: Cymbalaria
Είδος: C. microcalyx
Υποείδος: minor



 Η Cymbalaria microcalyx subsp. minor είναι ένα σπάνιο ποώδες πολυετές φυτό της οικογένειας Plantaginaceae. Το γένος Cymbalaria ανήκε μέχρι πρόσφατα στην οικογένεια Scrophulariaceae, αλλά ύστερα από γενετικές έρευνες κατατάχτηκε στην οικογένεια Plantaginaceae (APG).
Το συναντάμε στην δυτική Ελλάδα, σε σκιερές βραχώδεις τοποθεσίες συνήθως προστατευμένες από διάφορους κίνδυνους, όπως η βόσκηση.
Το είδος Cymbalaria microcalyx περιλαμβάνει τέσσερα υποείδη, τα:
C. microcalyx subsp dodekanesi, C. microcalyx subsp longipes, C. microcalyx subsp minor, C. microcalyx subsp ebelii.

Τρίτη 29 Απριλίου 2014

Aesculus hippocastanum L.

Περιγράφηκε πρώτη φορά από τον Carl Linnaeus (1707 – 1778) γνωστός και ως Carl von Linné, Σουηδός βοτανολόγος, ιατρός, ζωολόγος, ιδρυτής της διωνυμικής ονοματολογίας και θεμελιωτής της βοτανικής επιστήμης.
Aesculus hippocastanum L


Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Τάξη: Sapindales
Οικογένεια: Sapindaceae
Γένος: Aesculus
Είδος: A. hippocastanum





Άλλες ονομασίες: αγριοκαστανιά, πικροκαστανιά, horse chestnut.








Η ιπποκαστανέα ή αγριοκαστανιά είναι φυλλοβόλο δέντρο ύψους έως και 35 μέτρων. Προτιμά τα ημισκιερά μέρη και συναντάται συνήθως σε ρέματα. Έχει παλαμοσχιδή μεγάλα σύνθετα φύλλα ανοικτού πράσινου χρώματος όταν είναι νέα, τα οποία σκουραίνουν όταν ωριμάσουν.
Οι ταξιανθίες της αγριοκαστανιάς είναι θύσανοι και τα άνθη της είναι λευκά με κόκκινα ή κίτρινα στίγματα. Ανθίζει τέλος Απριλίου με αρχές Μαΐου και καρπίζει Σεπτέμβριο με Οκτώβριο.
Aesculus hippocastanum L.
 
H αγριοκαστανιά, (Aesculus hippocastanum), δεν έχει καμία σχέση με την κοινή καστανιά, (Castanea sativa), η οποία ανήκει στην τάξη Fagales.

Οφείλει το όνομά της στην πεποίθηση που επικρατούσε παλιότερα ότι θεραπεύει τα άλογα από πόνους του στήθους, ( horse chestnut), κάτι που είναι μάλλον λάθος αφού τα μέρη της αγριοκαστανιάς είναι δηλητηριώδη για τα άλογα.

Στην Ελλάδα την συναντάμε στην Ήπειρο, στη Μακεδονία και στα ορεινά του νομού Φθιώτιδος. Είναι δέντρο που υπήρχε από παλιά στα Βαλκάνια και στην Ασία, ενώ στα υπόλοιπα μέρη της Ευρώπης όπου συναντάται σήμερα εμφανίστηκε πολύ αργότερα.
 
Aesculus hippocastanum L.
  Έχει θεραπευτικές ιδιότητες γνωστές από τη αρχαιότητα. Έχει χρησιμοποιηθεί για την θεραπεία των ρευματισμών και για προβλήματα της ουροδόχου κύστης και των γαστρεντερικών διαταραχών. Σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για την θεραπεία της χρόνιας φλεβικής ανεπάρκειας, του φλεβίτη, των κιρσών, καθώς επίσης και των αιμορροΐδων.

Περιέχει σαπωνίνες με κυριότερη την αισκίνη (aescin a, b), φλαβονοειδή, κουμαρίνες, με κυριότερη την αισκουλίνη (aesculin), τανίνες, φυτοστερόλες και βιταμίνη P.
Η αισκίνη είναι το κυριότερο ενεργό συστατικό της αγριοκαστανιάς και βοηθά στην προστασία των φλεβών.

Χρησιμοποιούνται τα φύλλα, ο φλοιός και κυρίως ο καρπός του δέντρου.
Τα μέρη του δέντρου είναι δηλητηριώδη, έτσι, για την χρήση τους χρειάζονται κάποια επεξεργασία. Στο εμπόριο μπορούμε να βρούμε πολλά σκευάσματα που έχουν σαν βάση την αγριοκαστανιά.
Είναι πολύ διαδεδομένο σαν καλλωπιστικό δέντρο σε δρόμους και κήπους.

Το νέκταρ και η γύρη των ανθέων της είναι τοξικά για τις μέλισσες, εξαιτίας όμως της έντονης ανθοφορίας του Μαΐου δεν παρουσιάζονται προβλήματα.

Στην Ελλάδα η αγριοκαστανιά προστατεύεται από το προεδρικό διάταγμα 67/1981 και χαρακτηρίζεται ως «άλλο σημαντικό είδος» σε έξι Τόπους Κοινοτικής Σημασίας του Δικτύου ΦΥΣΗ 2000 (Τσιρούκης, 2008) πηγή: wfdt.teilar.gr.


Τρίτη 22 Απριλίου 2014

Saxifraga rotundifolia L.

Περιγράφηκε πρώτη φορά από τον Carl Linnaeus (1707 – 1778) γνωστός και ως Carl von Linné, Σουηδός βοτανολόγος, ιατρός, ζωολόγος, ιδρυτής της διωνυμικής ονοματολογίας και θεμελιωτής της βοτανικής επιστήμης.

  
Βασίλειο: Plantae
Άθροισμα: Angiosperms
Κλάση: Dicotyledons
Τάξη: Saxifragales
Οικογένεια: Saxifragaceae
Γένος: Saxifraga
Είδος: rotundifolia L.


Συνώνυμα:
Geum rotundifolium (L.) Moench
Saxifraga angulosa Scott, Nyman & Kotschy
Saxifraga fonticola A. Kern


Saxifraga: saxum (βράχος) + frangere (σπάει σε κομμάτια).
Rotundifolia: rotundus (στρογγυλός) + folium (φύλλο).

 
Σύμφωνα με τον Πλίνιο το όνομα του γένους Saxifraga δόθηκε από την ιδιότητα που έχουν τα είδη του να διαλύουν τις πέτρες στην χολή. Κατά μια άλλη πιο πιθανή άποψη το όνομα του γένους οφείλεται στο ότι τα είδη του αναπτύσσονται σε σχισμές βράχων.
Η Saxifraga rotundifolia L είναι πολυετής πόα με στρογγυλά δερματώδη φύλλα και άνθη με πέντε άσπρα πέταλα με κόκκινα στίγματα.

Έχει ύψος από 20 – 50 εκ. και το βρίσκουμε σε σκιερά δάση και πετρώδεις τοποθεσίες, συνήθως σε υψόμετρα από 700 – 2000 μέτρα (πολλές φορές και σε χαμηλότερα).
Ανθίζει από τον Απρίλιο μέχρι τον Αύγουστο, και το συναντάμε στο βόρειο ημισφαίριο στην Ευρώπη και στην Ασία.