Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Agaricomycetes. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Agaricomycetes. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2016

Pluteus leoninus (Schaeff.) P.Kumm.



Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Agaricales
Οικογένεια: Pluteaceae
Γένος: Pluteus
Είδος: Pluteus leoninus (Schaeff.) P.Kumm.



Το Pluteus leoninus είναι σαπροφυτικό μανιτάρι και ανήκει στην οικογένεια Pluteaceae.
Το καπέλο του έχει διάμετρο 3-5 εκατοστά, με χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα και ελαφρώς πιο σκούρο χρώμα στο κέντρο του. Το πόδι του έχει ύψος 5-7 εκατοστά.


Είναι ασυνήθιστο, και το συναντάμε σε σκοτεινά και υγρά μέρη πάνω σε νεκρά δέντρα και πρέμνα.

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014

Boletus satanas Lenz


Boletus satanas Lenz

Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Boletales
Οικογένεια: Boletaceae
Γένος: Boletus
Είδος: B. satanas


  Άλλα ονόματα: Borowik szatański, Сатанинский гриб, Devil's Bolete, Βωλίτης ο σατανάς, Μελανίτης, Σινάκι.



Περιγράφηκε πρώτη φορά από τον Othmar Harald Lenz (1798 – 1870), Γερμανό μυκητολόγο, βοτανολόγο και ζωολόγο. 

 
Ο Βωλίτης ο Σατανάς (Boletus satanas) είναι τοξικό μανιτάρι της οικογένειας των Βωλετωδών (Boletaceae). Το γένος Boletus περιλαμβάνει πολλά φαγώσιμα είδη, κάποια από τα οποία είναι περιζήτητα (B. reticulatus, B. aereus, B. edulis, B. pinophilus ). 

To συναντάμε σε ασβεστολιθικά εδάφη, σε δάση δρυός και οξιάς από το καλοκαίρι έως το φθινόπωρο, στην Ευρώπη, (κυρίως στη νότια Ευρώπη), και σε λίγες πολιτείες της Αμερικής.

Το καπέλο του έχει διάμετρο 6-30 εκ. με λευκό χρώμα στην αρχή ενώ όσο ωριμάζει γίνεται πιο γκριζωπό-σταχτί με ελαφριά κοκκινωπές αποχρώσεις μερικές φορές. Το σχήμα του είναι κυρτό στην αρχή, ενώ αργότερα, και όπως χαρακτηριστικά λέει ο Δ. Κελτεμλίδης, μοιάζει με κύπελλο αναποδογυρισμένο.
Στο κάτω μέρος του καπέλου έχει μικρούς σωλήνες κίτρινου χρώματος που καταλήγουν σε πόρους κίτρινου χρώματος αρχικά, κόκκινου αργότερα, που γίνονται πορτοκαλί στην περιφέρεια του.
Η σάρκα του είναι λευκοκίτρινη, και όταν κοπεί παίρνει μια γαλαζωπή απόχρωση.
Το πόδι του είναι κοντόχοντρο και έχει κόκκινο διχτυωτό μοτίβο σε κίτρινο-πορτοκαλί φόντο.
 
Όπως αναφέρθηκε και στην αρχή, είναι τοξικό μανιτάρι, και διατηρεί την τοξικότητά του ακόμα και όταν μαγειρευτεί. 

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

Agaricus xanthodermus var. griseus (Pers.) Bon & Capelli
































Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Agaricales
Οικογένεια: Agaricaceae
Γένος: Agaricus
Είδος: Agaricus xanthodermus var. griseus (Pers.) Bon & Capelli


Το Agaricus xanthodermus ανήκει στο γένος Agaricus, (αγαρικά) και το συναντάμε από τον Απρίλιο έως τον Νοέμβριο κάτω από δενδροστοιχίες σε λιβάδια και ξέφωτα.
Έχει στρογγυλό καπέλο με επίπεδη κορυφή, που γίνεται κυρτό σε πιο ώριμη φάση. Το χρώμα του είναι λευκό με γκριζωπά “λέπια”.
Τα ελάσματά του είναι λευκά αρχικά, και γίνονται ροζ και μωβ-καφέ όταν ωριμάσει, ενώ τα σπόρια του είναι σκούρου καφέ χρώματος.
Έχει δαχτυλίδι λευκού χρώματος με κιτρινωπή περίμετρο. Το πόδι του είναι επίσης λευκό.
Όταν κοπεί κιτρινίζει έντονα, ιδιότητα που το χαρακτηρίζει.
Είναι τοξικό μανιτάρι, με πολύ έντονη μυρωδιά που θυμίζει μελάνι, φαινόλη, ή ιώδιο.
Χρειάζεται πολλή προσοχή στην αναγνώριση, διότι το γένος agaricus (αγαρικά) εκτός από φαγώσιμα είδη περιλαμβάνει και κάποια τοξικά, όπως το Agaricus xanthodermus, και είναι πολύ εύκολο να γίνει το λάθος.

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

Macrolepiota mastoidea (Fr.) Singer


Macrolepiota mastoidea (Fr.) Singer
Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Agaricales
Οικογένεια: Agaricaceae
Γένος: Macrolepiota
Είδος: Μ. mastoidea (Fr.) Singer

 
 Συνώνυμα: Agaricus Mastoideus, Lepiota excoriata mastoidea (Fr.) Quel.


Περιγράφηκε πρώτη φορά από τον Σουηδό βοτανολόγο και μυκητολόγο Elias Magnus Fries (1794 – 1878), ως Agaricus mastoideus.

Rolf Singer (1906 – 1994). Γερμανός μυκητολόγος.





Άλλα ονόματα: Czubajka sutkowata, Lépiote mammelonnée, Slender Parasol, Гриб-зонтик сосцевидный, Zitzen-Riesenschirmling, Μακρολεπιότα η μαστοειδής, Apagador mamelonado, galanperna puntadun.


Lepiota: Από τις Ελληνικές λέξεις λεπίς και ώτα. Το όνομα αναφέρεται στα καφέ λέπια του καπέλου που μοιάζουν με αυτιά (Δ. Κελτεμλίδης).
Makrolepiota: Μεγάλη Lepiota.
Mastoidea: Από την ελληνική λέξη μαστός, αναφέρεται στην χαρακτηριστική θηλή του καπέλου του.

Η Μακρολεπιότα η μαστοειδής, όπως λέγεται στα ελληνικά το είδος Macrolepiota mastoidea, ανήκει στο γένος Macrolepiota, και είναι ένα αρκετά συνηθισμένο φαγώσιμο είδος, που συναντάμε αυτήν την εποχή στην Ήπειρο.
Το καπέλο του στην αρχή είναι αυγόμορφο ενώ στην ωριμότητα γίνεται επίπεδο.
Έχει διάμετρο 5- 15 εκατοστά, το χρώμα του είναι καφέ σε λευκό - κρέμ φόντο. Στο κέντρο του καπέλου υπάρχει μια χαρακτηριστική καφέ θηλή, η οποία αποτελεί και χαρακτηριστικό γνώρισμα του μανιταριού.
Η σάρκα του είναι λευκή και έχει λευκά έως κρεμ ελάσματα στο κάτω μέρος του καπέλου.
Έχει διπλό λευκό δαχτυλίδι το οποίο είναι μετακινούμενο στο πόδι του μανιταριού.
Το πόδι του είναι μακρύ κυλινδρικό, βολβώδες στην βάση. Έχει χαρακτηριστικές φολίδες ανοιχτού καφέ χρώματος σε κρεμ ή λευκό φόντο.
 
Macrolepiota mastoidea (Fr.) Singer
 
Το συναντάμε σε χορτολιβαδικές εκτάσεις, σε περιοχές με γρασίδι, σε δάση, στην άκρη δρόμων.
Βρίσκεται σε πολλές χώρες του κόσμου (Ευρώπη, Αμερική, Αφρική, Ωκεανία).
Μοιάζει στην εμφάνιση με την Macrolepiota procera, (αν και μικρότερη στο μέγεθος), με την Macrolepiota excoriata, την Macrolepiota konradii, και την Macrolepiota gracilenta.

Χρειάζεται πολλή προσοχή, ειδικά από άπειρους μανιταροσυλλέκτες, διότι οι Μακρολεπιότες έχουν ομοιότητες με τα είδη του γένους Lepiota, κάποια από τα οποία είναι θανατηφόρα, (L. brunneoincarnata, L. helveola, L. pseudolilaceae, L. castanea, L. subincarnata).

Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι όλα τα φαγώσιμα μανιτάρια δεν πρέπει να μαζεύονται χωρίς την παρουσία ενός ειδικού μανιταροσυλλέκτη.

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Amanita citrina var. citrina (Schaeff) Pers.


Amanita citrina var. citrina (Schaeff) Pers.


Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Agaricales
Οικογένεια: Amanitaceae
Γένος: Amanita
Είδος: Amanita citrina var. citrina








 
Αλλά ονόματα: Amanita mappa (Batsch ex Lasch), Amanite citrine, Gelber Knollenblätterpilz, Muchomor cytrynowy, Muchomůrka citrónová, Мухомор поганковидный.

 
Περιγράφηκε πρώτη φορά το 1762 από τον Γερμανό καθηγητή, μυκητολόγο, εντομολόγο, ορνιθολόγο και εφευρέτη Jacob Christian Schäffer (1718 - 1790) ως Agaricus citrinus. To 1797 μετονομάστηκε σε Amanita citrina από τον Christiaan Hendrik Persoon (1761 – 1836).
Το καπέλο του έχει λευκό ή υποκίτρινο χρώμα, με λευκά “μπαλώματα” που αργότερα παίρνουν ανοιχτό καφέ χρώμα. Η διάμετρός του είναι 4-10 εκ.
Η σάρκα του είναι χρώματος λευκού, τα ελάσματά του κιτρινωπά ή λευκά, και τα σπόρια του είναι και αυτά λευκά.
Έχει λευκό ή κιτρινωπό δακτυλίδι, όπως και το πόδι του.
 
Amanita citrina var. citrina (Schaeff) Pers.
 
Περιέχει σε μικρά ποσοστά την μυκοτοξίνη α – αμανατίνη (βλέπε και http://oakspirits.blogspot.gr/2013/12/amanita-phalloides-vaill-ex-fr-link.html).
Έχει χαρακτηριστική μυρωδιά, που θυμίζει ωμή πατάτα.
Τη συναντάμε σε πολλές χώρες τις Ευρώπης και της Αμερικής.
Αναφέρεται ως μη φαγώσιμο είδος και δεν έχει διευκρινιστεί αν είναι τοξικό.
Μοιάζει στην εμφάνιση με τα θανατηφόρα Amanita phalloides και Amanita virosa. Για αυτό και μόνο θα πρέπει να αποφεύγεται.

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Clatrhus ruber P.Micheli ex Pers.


Clatrhus ruber P.Micheli ex Pers.


Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Phallales
Οικογένεια: Phallaceae
Γένος: Clathrus
Είδος : C. ruber

Συνώνυμα: Clathrus nicaeensis Barla, Clathrus flavescens Pers., Clathrus cancellatus Tourn, Clathrus volvaceus .


 

Άλλα ονόματα:Roter Gitterling, Okratek czerwony, Traliestinkzwam, Решёточник красный, red cage, latticed stinkhorn .


 
Το Clatrhus ruber (Κιγκλίδωμα το Ερυθρό) είναι ένα ιδιαίτερο, σαπροφυτικό μανιτάρι, που σίγουρα απέχει πολύ από την κλασσική εικόνα που έχουμε για τα μανιτάρια.
Στα πρώτα στάδια έχει τη μορφή λευκόχρωμου αυγού. Αργότερα, η λεπτή
μεμβράνη που το περιβάλλει σχίζεται και ξεπροβάλλει η τελική μορφή του μανιταριού, που μοιάζει με κόκκινο κλουβί. Η μεμβράνη που το περιβάλλει παραμένει στη βάση του μανιταριού και στην τελική του μορφή. Στο εσωτερικό του πλέγματος υπάρχει ένα ζελατινώδες στρώμα λαδί σποριών. Τα σπόρια του αναδίδουν μια αποκρουστική μυρωδιά σάπιου κρέατος, προσελκύοντας πολλές μύγες. Οι μύγες ρουφούν τη ζελατινώδη μάζα των σπορίων, μεταφέροντάς τα μέσα στον πεπτικό τους σωλήνα, αλλά και με τα πόδια τους εξασφαλίζουν τη διασπορά τους και την αναπαραγωγή του μανιταριού.
Η έντονη μυρωδιά του μανιταριού οφείλεται στην ύπαρξη μαγγανίου.
Η ύπαρξη καροτενοειδών δίνει στο Clatrhus ruber το έντονο κόκκινο χρώμα του.
Παρόλο που είναι ευρωπαϊκό είδος, με τη βοήθεια του ανθρώπου συναντάται και σε άλλες χώρες του κόσμου.
Το Clatrhus ruber δεν είναι φαγώσιμο είδος.

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

Amanita phalloides (Vaill. ex Fr.) Link

Amanita phalloides (Vaill. ex Fr.) Link





 
 
 
Φύλλο: Basidiomycota
Κλάση: Agaricomycetes
Τάξη: Agaricales
Οικογένεια: Amanitaceae
Γένος: Amanita
Είδος: phalloides (Vaill. ex Fr.) Link



Άλλες ονομασίες: Φαμελίτης, θανατίτης, death cap, Agaricus phalloides Bull, Fungus phalloides Vaill., Amanite phalloïde, Grüner Knollenblätterpilz, Бледная поганка, Muchomor zielonawy, Groene knolamaniet

Ο Αμανίτης ο φαλλοειδής αρχικά περιγράφηκε από τον Γάλλο βοτανολόγο
Sébastien Vaillant (1669 - 1722) ως ( Fungus phalloides ).
Αργότερα πήρε το τελικό του όνομα Amanita phalloides από τον Johann Heinrich Friedrich Link (1767 – 1851).


Από τον Οκτώβριο έως τον Δεκέμβριο σε δάση πλατύφυλλων θα συναντήσουμε ένα όμορφο και φαινομενικά αθώο μανιτάρι, τον Αμανίτη τον φαλλοειδή (Amanita phalloides).
Χαρακτηριστικά: Αρχικά το καρπόσωμά του έχει το σχήμα αυγού, (όπως όλοι οι Αμανίτες), κλεισμένο στο ολικό πέπλο. Στην συνέχεια, καθώς το ολικό πέπλο σχίζεται, ξεπροβάλει το καπέλο, που έχει συνήθως χρώμα κίτρινο, ή λαδοπράσινο, λαδοκίτρινο, λαδοκαφέ και μερικές φορές άσπρο (ssp Alba).
Τα ελάσματα είναι άσπρα με πρασινωπές αποχρώσεις, πόδι λευκό με πρασινωπές ή καφέ τεθλασμένες γραμμές, δαχτυλίδι άσπρο που ξεκινά ψηλά από το πόδι.

Ο Αμανίτης ο φαλλοειδής είναι το πιο επικίνδυνο μανιτάρι στην Ελλάδα. Το 90% των θανατηφόρων κρουσμάτων από μανιτάρια στην Ευρώπη οφείλονται σ' αυτόν, (30 mg από αυτό το μανιτάρι είναι αρκετά για να σκοτώσουν έναν άνθρωπο).
Είναι γνωστό και με το όνομα death cap.
Λέγεται ότι ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Κλαύδιος και ο Αυστριακός Αυτοκράτορας Κάρολος ΣΤ' δολοφονήθηκαν τρώγοντας αυτό το μανιτάρι.

Έχουν απομονωθεί από το καρπόσωμά του τρεις ομάδες μυκοτοξινών:
οι φαλοτοξίνες, οι αματοξίνες (α-, β-, γ- αμανατίνη) και οι βιροτοξίνες.

  Οι φαλλοτοξίνες προκαλούν βλάβη της κυτταρικής μεμβράνης των εντεροκυττάρων και είναι υπεύθυνες των αρχικών συμπτωμάτων, που είναι γαστρεντερικά, όπως ναυτία, εμετός, διάρροια.
Οι αματοξίνες δεν καταστρέφονται με το μαγείρεμα και εξακολουθούν να διατηρούνται στο μανιτάρι μετά από μακρές περιόδους ψυχρής αποθήκευσης.
Επιδρούν άμεσα στο ένζυμο RNA πολυμεράση II στα ευκαρυωτικά κύτταρα προκαλώντας μια σταδιακή μείωση του mRNA και οδηγώντας σε αδυναμία σύνθεσης πρωτεϊνών και θάνατο των κυττάρων. 
 
Τα πρώτα συμπτώματα εκδηλώνονται ύστερα από 6 ώρες (έως και 24 ώρες) και αρχικά είναι γαστρεντερικής φύσεως με κοιλιακούς πόνους, σπασμούς , ναυτίες, εμετούς και διάρροιες που μπορεί να οδηγήσουν σε αφυδάτωση.
Σε σοβαρές περιπτώσεις παρατηρούνται διαταραχές των ηλεκτρολυτών, υπογλυκαιμία, αφυδάτωση και υπόταση.
Ακολουθεί ένα στάδιο φαινομενικής βελτίωσης αλλά οι τοξίνες συνεχίζουν την δράση τους βλάπτοντας το ήπαρ και τα νεφρά.
Στην τελευταία φάση παρατηρείται οξεία ηπατική ανεπάρκεια και το συκώτι και η νεφρική λειτουργία επιδεινώνονται, με αποτέλεσμα την υπερχολερυθριναιμία, διαταραχές πηκτικότητας, υπογλυκαιμία, ηπατονεφρικό σύνδρομο, πολυοργανική ανεπάρκεια, διάχυτη ενδαγγειακή πήξη, σπασμούς, και καταλήγει ύστερα από 6 έως και 15 μέρες στο θάνατο.
 
Οι πιθανότητα θεραπείας από φαλλοειδική δηλητηρίαση βασίζεται μόνο στην έγκαιρη πρόγνωση και παροχή ιατρικής φροντίδας (γαστρικές και εντερικές πλύσεις, καθαρισμός του αίματος, έλεγχος ηλεκτρολυτών, αντιμετώπιση αφυδάτωσης κ.α.). Σε πολλές περιπτώσεις είναι απαραίτητη η μεταμόσχευση ήπατος.
Πολλά φάρμακα και θεραπείες έχουν δοκιμαστεί στο παρελθόν και έχουν εγκαταλειφθεί.
Σήμερα  καλά αποτελέσματα έχει δείξει η θεραπεία με χορήγηση σιλυμπινίνης, η οποία αναστέλλει την διείσδυση της αμανιτίνης στα ηπατοκύτταρα.
Η σιλυμπινίνη είναι μια ουσία που υπάρχει στο γαϊδουράγκαθο (Silybum marianum) και στην χώρα μας διατίθεται με την εμπορική ονομασία Legalon (Γ. Κωνσταντινίδης).
Τέλος, καλά αποτελέσματα έχει δείξει και η χορήγηση Πενικιλίνης G με παρόμοιο μηχανισμό δράσης με την σιλυμπινίνη.


ΠΡΟΣΟΧΗ  ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΟ ΜΑΝΙΤΑΡΙ